11° χιλιόμετρο Π.Ε.Ο. Θεσσαλονίκης – Κιλκίς. T.K. 57022 – Τ.Θ.: 1091 BI.ΠΕ.Θ. Σίνδος, Θεσσαλονίκη
(+30) 2310 788 700

Αύξηση 7% μέσα στην επόμενη διετία στις εγκαταστάσεις αντλιών θερμότητας

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΙΕΑ (Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας) οι πωλήσεις αντλιών θερμότητας παγκοσμίως πρόκειται να εκτοξευθούν τα επόμενα χρόνια σε επίπεδα ρεκόρ.

Με βάση την ειδική έκθεση του ΙΕΑ «Το μέλλον των αντλιών θερμότητας – The Future of Heat Pumps», την πρώτη ολοκληρωμένη παγκόσμια έκθεση για το θέμα, η αγορά αναπτύσσεται έντονα τα τελευταία χρόνια, λόγω της πτώσης του κόστους αλλά και των ισχυρών κινήτρων που δίνονται.

Πάνω από 5 δισεκατομμύρια ευρώ νέων επενδύσεων αντλιών θερμότητας έχουν προγραμματιστεί μόνο για το 2022 – 2025, σύμφωνα με το European Heat Pump Association.

“Η θέρμανση των περισσότερων κτιρίων σε όλο τον κόσμο – όπως σπίτια, γραφεία, σχολεία και εργοστάσια – εξακολουθεί να βασίζεται σε ορυκτά καύσιμα, ιδιαίτερα στο φυσικό αέριο. Από την άλλη, όπως τονίζεται, οι αντλίες θερμότητας είναι μια υπερ-αποδοτική και φιλική προς το κλίμα λύση, η οποία βοηθά τους καταναλωτές να εξοικονομούν χρήματα στους λογαριασμούς και επιτρέπουν στις χώρες να μειώσουν την εξάρτησή τους από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα”.

Ειδικότερα, οι παγκόσμιες πωλήσεις αντλιών θερμότητας αυξήθηκαν κατά σχεδόν 15% το 2021, διπλάσιο ποσοστό από τον μέσο όρο της περασμένης δεκαετίας, με επικεφαλής την Ευρωπαϊκή Ένωση όπου οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά περίπου 35%. Φέτος, οι πωλήσεις πρόκειται να φτάσουν σε επίπεδα ρεκόρ ως απάντηση στην παγκόσμια ενεργειακή κρίση, ειδικά στην Ευρώπη.

Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι οι ετήσιες πωλήσεις αντλιών θερμότητας στην ΕΕ θα μπορούσαν να αυξηθούν σε 7 εκατομμύρια έως το 2030 – από 2 εκατομμύρια το 2021 – εάν οι κυβερνήσεις καταφέρουν να επιτύχουν τους στόχους τους για τη μείωση των εκπομπών και την ενεργειακή ασφάλεια.

«Οι αντλίες θερμότητας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος οποιουδήποτε σχεδίου μείωσης των εκπομπών και της χρήσης φυσικού αερίου και επείγουσα προτεραιότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής του ΙΕΑ, Φατίχ Μπιρόλ.

Ωστόσο, απαιτείται πολιτική στήριξη για να βοηθηθούν οι καταναλωτές να ξεπεράσουν το υψηλότερο αρχικό κόστος των αντλιών θερμότητας σε σχέση με εναλλακτικές λύσεις. Το κόστος αγοράς και εγκατάστασης μιας αντλίας θερμότητας μπορεί να είναι δύο έως τέσσερις φορές υψηλότερο από το κόστος ενός λέβητα αερίου. Οικονομικά κίνητρα για αντλίες θερμότητας είναι ήδη διαθέσιμα σε περισσότερες από 30 χώρες, οι οποίες καλύπτουν περισσότερο από το 70% της ζήτησης θέρμανσης. Πολλές από αυτές παρέχουν επίσης πρόσθετη υποστήριξη σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, όπου η εξοικονόμηση ενέργειας από μια αντλία θερμότητας μπορεί να είναι σημαντική.

Ο ΔΟΜ εκτιμά ότι οι αντλίες θερμότητας έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν τις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) κατά τουλάχιστον 500 εκατομμύρια τόνους το 2030 – ίσο με τις ετήσιες εκπομπές CO2 όλων των αυτοκινήτων στην Ευρώπη.

Στο επίκεντρο ελληνικών και ευρωπαϊκών σχεδιασμών τίθενται οι αντλίες θερμότητας που έρχονται να καλύψουν μεγάλο χώρο από άλλες, παραδοσιακές μορφές θέρμανσης, καθώς είναι μια πολύ πιο οικονομική λύση. 

Αύξηση 7% μέσα στην επόμενη διετία στις εγκαταστάσεις αντλιών θερμότητας μέσα στην επόμενη διετία προβλέπει το αναθεωρημένο ΕΣΕΚενώ έμφαση στην ενίσχυση της τοποθέτησης αντλιών θερμότητας δίνει και το REPowerEU.

Το αναβαθμισμένο ΕΣΕΚ που παρουσιάστηκε πρόσφατα κάνει ειδική μνεία στο ζήτημα των αντλιών θερμότητας και βάζει «ψηλά τον πήχη» για τους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν έως το τέλος της δεκαετίας. Έτσι, από το μόλις 7% των νοικοκυριών στη χώρα που σήμερα έχουν τοποθετήσει αντλίες θερμότητας, ο στόχος είναι να φθάσουν στο 16% έως το 2025 και έως το 20% έως το 2030. 

Σε ό,τι αφορά στα κτήρια υπηρεσιών, όπως πχ υπουργεία ή κτήρια της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκεί ήδη το ποσοστό αυτό φθάνει στο 57% και οι νέοι στόχοι είναι να αγγίξει το 60% έως το 2025 και το 67% έως το 2030.

Για την επίτευξη των στόχων αυτών και εν γένει για την επίτευξη των στόχων την ενεργειακή αναβάθμιση κτηρίων – νοικοκυριών, επιχειρήσεων υπολογίζεται ότι απαιτούνται επενδύσεις περίπου 1,5 δισ. ευρώ.

.

 

Share