Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) ανακοίνωσε ότι περιμένει πως η παραγωγή ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας θα φτάσει στο επίπεδο ρεκόρ των σχεδόν 200 gigawatts για φέτος, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το 90% όλων των νέων εγκαταστάσεων παγκοσμίως.
Και αυτό παρά τις επιπτώσεις που προκαλεί ο κορωνοιός.
Η Κίνα και οι ΗΠΑ προπορεύονται με την αιολική και την ηλιακή ενέργεια σε αυτές να αναμένεται να αυξηθούν κατά 30% καθώς οι προγραμματιστές εργάζονται για την ολοκλήρωση έργων προτού λήξουν τα βασικά κίνητρα.
Ο IEΑ σημειώνει ότι η ανανεώσιμη ενέργεια αυξάνεται, ενώ όλα τα άλλα μέρη του ενεργειακού τομέα όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και ο άνθρακας, αλλά και τα βιοκαύσιμα, αντιμετωπίζουν απότομες μειώσεις λόγω της πανδημίας.
Μεταξύ των επιτυχιών του 2020, ή τουλάχιστον των πρώτων 10 μηνών του, είναι μια αύξηση 15% σε ετήσια βάση στη δημοπρατημένη ικανότητα ανανεώσιμης ενέργειας, χάρη στην Κίνα, την Ινδία και την ΕΕ.
Το 2021, ο IEA αναμένει αύξηση κατά 10% στις προσθήκες ανανεώσιμης ισχύος, αυτή τη φορά με επικεφαλής την ΕΕ και την Ινδία. Τα έργα που καθυστερούν λόγω της πανδημίας θα συμβάλουν σε αυτό, ενώ αναμένεται επίσης ανάπτυξη σε αγορές με ισχυρούς αγωγούς έργων πριν από την επίτευξη του COVID-19.
Η Ινδία φαίνεται να διπλασιάζει τις εγκαταστάσεις της το 2020 για να κάνει το μεγαλύτερο άλμα της νέας χωρητικότητας ανανεώσιμων πηγών το 2021.
Το 2022, η λήξη των μέτρων στήριξης σε μεγάλες αγορές μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των εγκαταστάσεων. Ωστόσο, εάν αντιμετωπιστούν άμεσα οι πολιτικές αβεβαιότητες, θα είναι δυνατή μια αύξηση κατά 25% στις προσθήκες ηλιακής κι αιολικής ενέργειας.
Μεσοπρόθεσμα, ο ΙΕΑ εκτιμά ότι οι συνολικές εγκαταστάσεις θα φτάσουν από τα 2.900 gigawatts φέτος σε 4.000 gigawatts ως το 2025 με ετήσιες προσθήκες 200 gigawatts στην επόμενη πενταετία, ενώ υπάρχει και σενάριο για 357 gigawatts εφόσον επικρατήσουν οι κατάλληλες πολιτικές.
Η μείωση της κατανάλωσης και της σπατάλης ενέργειας αποκτά διαρκώς αυξανόμενη σημασία στην ΕΕ. Το 2007 οι ηγέτες της ΕΕ όρισαν ως στόχο τη μείωση της ετήσιας κατανάλωσης ενέργειας στην ΕΕ κατά 20% έως το 2020. Το 2018, στο πλαίσιο της δέσμης μέτρων «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους», καθορίστηκε νέος στόχος για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά τουλάχιστον 32,5% έως το 2030.
Τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης αναγνωρίζονται όλο και περισσότερο ως μέσο, όχι μόνο για την επίτευξη βιώσιμου ενεργειακού εφοδιασμού, τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, τη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού και τη μείωση των δαπανών για εισαγωγές, αλλά και για την προαγωγή της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ.
Η ενεργειακή απόδοση αποτελεί, ως εκ τούτου, στρατηγική προτεραιότητα για την Ενεργειακή Ένωση και η ΕΕ προάγει την αρχή της «προτεραιότητας στην ενεργειακή απόδοση».